Μικρό οδοιπορικό
Όλες οι μέρες θαρρείς κι είναι ίδιες. Μα γελιέσαι. Ξεχωρίζουν. Και τις γιορτάζουν, με μεγάλη θρησκευτική ευλάβεια.
Τους βλέπεις μοναχικούς, ήρεμους, σιγανούς, λες και δεν σκέφτονται, δεν πασκίζουν από τη σκληρή δουλειά τους στο κοινόβιο λίγη ακόμα ώρα να ξεπερισσέψουν για προσευχή, να σώσουν τη ψυχή τους.
Απρόσιτοι, αμίλητοι, αγέλαστοι και σοβαροί, με τα μάτια κάτω ή μπροστά, χωρίς καμιά γκριμάτσα, κάτι ανάμεσα ρομπότ κι ευζώνους ανακτορικής φρουράς, στέκουν ή προχωρούν. Όμως, παράξενο, κινούνται αργόσυρτα μα γρήγορα. Κάτι σαν τα τραινάκια σε ράγες απάνω. Κι έχουν μια ικανότητα, άξαφνα να εμφανίζονται κι απρόσμενα να εξαφανίζονται.
Μοναχισμός, λένε, είναι αποταγή του κόσμου και των πραγμάτων του κόσμου. Όπου και να βρίσκεται ο μοναχός, οφείλει να καλλιεργεί μέσα του τη συνείδηση ότι δεν κατέχει τίποτα, ότι δεν κατέχεται από τίποτα…
Αν έχεις τη τύχη να μιλήσεις μαζί τους, το βλέπεις, δεν έχουν επαφή με τα εγκόσμια, δεν βιάζονται, δεν εκνευρίζονται μηδέ και δείχνουν λύπη ή χαρά, σα να μην έχουν νευρικό σύστημα ούτε κόσμο ψυχικό να τους πιλατεύει.
Δεν μιλούν, δε γελούν δεν εκφράζονται. Δεν επικοινωνούν με το περιβάλλον θαρρείς. Δεν ανοίγονται και ποτέ δεν ξεκινούν πρώτοι μια γνωριμία. Πρέπει καλά να σε ζυγιάσουν προτού σου μιλήσουν. Δεν εμπιστεύονται, δεν μισούν, δεν διεκδικούν τίποτα. Μόνο αγαπούν.
Αλλά, στο κέρασμα, μετά τη Τράπεζα , κάθε Κυριακή και σκόλη, βλέπεις να σου σερβίρουν καφέ ή λικέρ, με ένα αφοπλιστικό, πρόσχαρο χαμόγελο, γιατί είναι χαρούμενοι που σε φιλοξενούν.
Γι αυτούς δεν υπάρχει χρόνος. Ποτέ δεν άρχισε και ποτέ δεν θα τελειώσει.
Δε δείχνουν να βιάζονται, ούτε πως ξέρουν πότε άρχισε και πότε θα γιομίσει άσκηση πνευματική και σωματική, αμαρτίες, χαρές και προσευχές η κάθε μέρα.
Προσφέρουν, υπομένουν, κι ατενίζουν τον ουρανό να δούνε το βλέμμα του Θεού, να νοιώσουν την ευλογία Του, να πάρουν φώτιση και καρτερικότητα.
Και πάντα είναι έτοιμοι να περάσουν στην αντίπερα όχθη. Ανυπομονούν. Να γίνουν ένα, θέλουν, με της μάνας γης τα αγαθά.
Αν πάλι βρεθείς στην εκκλησιά τις ατέλειωτες ώρες που λειτουργεί ο ιερομόναχος κι οι άλλοι ψέλνουν ή προσεύχονται, τους βλέπεις, σκοτεινά, κινούνται, μα δεν κινούνται. Οι σκιές τους αλλάζουν θέση. Κι αν κάτι θέλει ο ένας να πει στον άλλο, δεν ακούγεται τίποτα. Σέρνεται η σκιά στο σκοτάδι, κοντεύει την άλλη, κι ένα απλό άγγιγμα ή κίνηση του χεριού, ένα νεύμα ή αχνός ψίθυρος, χωρίς να κινηθούν τα χείλη, είναι αρκετό να πει ο ένας, κι ο άλλος να καταλάβει. Άλλες φορές πάλι περνάει ξυστά κι αυτό είναι αρκετό.
Το Άγιον Όρος, λένε, δεν ανήκει σε κανέναν. Ακριβέστερα, δεν ανήκει σε κανέναν ασεβή, είτε μοναχό, είτε κοσμικό. Είναι αιωνόβιος καρπός της συνέργειας του Θεού και των αγίων του. Ανήκει στην Μητέρα του Θεού και σε εκείνους που το αγίασαν μια για πάντα με τη ζωή τους πάλαι και επʼ εσχάτων. Το αληθινό Άγιον Όρος είναι το αφανές πεντάσταγμα της αγιότητας που βιώνεται και σήμερα υπέρ της ζωής του κόσμου.
Όποιος το επιθυμεί, έρχεται εδώ. Έτσι. Απλά. Όπως πάμε μια επίσκεψη. Γιατί, Μοναστήρι είναι ένα μικρό ή μεγάλο ίδρυμα, που φιλοξενεί ισοβίως ακτήμονες μοναχούς και συνάμα προσκυνητές.
Πάντα είναι ανοιχτή, μα σα δύσει ο ήλιος, κλείνει η πόρτα.
-Έχει ένα μικρό σήμαντρο στην άκρη, που σαν το χτυπήσεις, πάλι ανοίγει, να δεχτεί τον προσκυνητή οδοιπόρο, μου είπε ο Καθηγούμενος γέροντας Χριστόδουλος.
Κι αν κάποιος διαλέξει το βαρύ ράσο και το σκουφί να φορέσει και στο τάγμα των αγγέλων να ενταχθεί, χτυπάει με πίστη πιότερη τώρα, άλλη, βαριά πόρτα, κι ανυπόμονος αφουγκράζεται, πότε θε νʼ ακουστεί η σιγανή, μελωδική, αγάπη ποτισμένη, απόκριση του γέροντα.
Γιατί στο κοινόβιο ο μοναχισμός, χωρίς απαιτήσεις υλικές, χωρίς πάθη κι υστεροβουλίες, με τα άκρως απαραίτητα για την επιβίωση τους, με το βλέμμα στον ουρανό και τη σκέψη στης Παναγίας το θέλημα, δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Μοναστήρι Αγιορείτικο, βλέπεις, είναι …η τελειοποίηση των μελών του στην παραγωγικότητα και προσφορά της αγάπης.
Κι αν κάποιοι το θέλουμε ζωντανό και δραστικό, να το προστατεύσουμε, όπως προστατεύουμε ένα θερμοκήπιο. Κι αν ακόμη οι σημερινοί μοναχοί είναι ανάξιοι της ιστορίας του, πρέπει πάλι να το προστατεύσουμε για τους επιγενέστερους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου