Σάββατο 7 Μαΐου 2011

Μια ακόμη άποψη


Είναι μια δύσκολη οικονομικά περίοδο που περνάει η χώρα μας, και δυστυχώς επιμηκύνεται. Γράφονται διάφορες προτάσεις από ανεύθυνους και υπεύθυνους στα διάφορα blogs, άλλες είναι σοβαρές άλλες όχι και οι περισσότερες είναι απλά διαμαρτυρία χωρίς ουσία, θα σταθώ σε μία από τις πολλές να την αναλύσω με την εμπειρία του ανθρώπου που ζει πολλά χρόνια τώρα στην επαρχία.
Προτείνουν λοιπόν κάποιοι «-γυρνάτε στα χωριά σας, στον πρωτογενή τομέα για να επιβιώσετε» ή διάφορες παραλλαγές της ιδίας προτάσεως.
Ενώ φαίνεται απλή η λύση δεν είναι. Πόσοι από τους κατοίκους της Αθήνας έχουν χωριό; Και από αυτούς που έχουν χωριό, πόσοι είναι εκείνοι που πούλησαν την όποια περιουσία τους προκειμένου να εγκατασταθούν στην Πρωτεύουσα; Και τρίτο ερώτημα, από αυτούς που έχουν κάποια χωράφια ή κτήματα πόσοι έχουν την γνώση της αγροτικής ζωής ή της κτηνοτροφίας; Όταν αφήνανε τα χωριά ήταν νέοι στην παραγωγική ηλικία, κάνανε οικογένειες στην Αθήνα, τα παιδιά τους που είναι τώρα στην παραγωγική ηλικία γνωρίζουν άραγε πως πιάνεται η τσάπα;
Αυτά τα χρόνια που έλειπαν οι υπόλοιποι επιβίωσαν σε δύσκολες συνθήκες, με ελάχιστες απολαβές, αλλά με συνεχή αλληλεγγύη την οποία δεν είναι διατεθειμένοι να μοιραστούν τώρα, για να μην αναφερθώ σε εκείνες τις περιουσίες που κατέληξαν σε χέρια οικονομικών μεταναστών και πολλαπλασιάστηκαν.
Γυρίστε λοιπόν στο χωριό όσοι το αποφασίστε, εξασφαλίστε πρώτα την επιβίωση σας. Το εγκαταλειμμένο σπίτι απαιτεί επισκευές ή  συντήρηση και γι  αυτό απαιτούνται χρήματα, το χωράφι θέλει σκάψιμο απαιτεί χρήματα, η αγορά ζώων απαιτεί χρήματα και με λίγα λόγια για την επιστροφή απαιτείται κεφάλαιο για επένδυση, ε, άμα το έχεις γιατί να επιστρέψεις; Ρισκάρεις και στην Αθήνα.
Είναι μια δεύτερη κατηγορία νοικοκυραίων που τους κτύπησε η κρίση, εκείνη των τεχνικών, κυρίως οικοδόμων αλλά και κάθε άλλης ειδικότητας. Οικοδόμοι οι περισσότεροι επειδή τον καιρό της μεγάλης αστυφιλίας, όντας νέοι βρίσκανε εύκολα καλό μεροκάματο με λίγες γνώσεις, εξελιχτήκαν σε μαστόρους, αλλά μεγάλωσαν κι όλας, έχουν πείρα και γνώσεις δεν έχουν πελάτες. Δεν είναι εύκολο να βρουν στο χωριό, επειδή ο άνθρωπος του χωριού είναι αυτάρκης και δουλεύει «δανικός», δηλαδή την μία μέρα πάει στον γείτονα να του φτιάξει τα υδραυλικά και την άλλη μέρα δέχεται αυτός τον γείτονα για φτιάξει τα δικά του ηλεκτρικά, με έξοδα μόνο τα υλικά και το κρασί που επισφραγίζει πάντα αυτές τις συναλλαγές και συνεργασίες. Είναι φαινόμενο ανθρωπιάς που υπάρχει ακόμα στα χωριά μας. Είναι όμως και ανθρώπινος νόμος της επιβίωσης που γεννά την καχυποψία προς τον καθένα που έρχεται να διαταράξει την ροή της καθημερινότητας.
Γεννάται λοιπόν το ερώτημα, δεν υπάρχει φτώχεια στο χωριό; Ασφαλώς και υπάρχει και μεγάλη, αλλά παρόλη την φτώχια και την κακομοιριά απ’ τα χωριά έστελναν τα δέματα στους Αθηναίους οι εναπομείναντες γέροι. Ο επαρχιώτης όμως μπορεί όταν δεν έχει χρήματα να βρει χόρτα ή σαλιγκάρια να τα βράσει και αν δεν έχει λάδι κτυπά την πόρτα του γείτονα και το μοιράζονται, αυτό είναι αδιανόητο για την πολιτεία.
Δεν είναι η σημερινή ανάρτηση ευχάριστη ούτε αισιόδοξη, δεν μπορώ όμως αβασάνιστα να εκφέρω γνώμη πως θα ξεπεραστεί η κρίση, μπορώ όμως και αναφέρω τα παραπάνω, για προλάβω ενδεχομένως κάποιους πριν κάνουν απονενοημένες κηνήσεις.   

Δεν υπάρχουν σχόλια: