Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2010

Δυο κούτες τσιγάρα Ε΄.

Δυο κούτες τσιγάρα Ε΄.

Την επόμενη εβδομάδα σύμφωνα με το πρόγραμμα, κατέβηκαν στο κέντρο, στην Τρίτη Σεπτεμβρίου στα γραφεία των Αφων Αργυρίου. Στο τέταρτο όροφο που ανέβηκαν επικρατούσε πολύ ησυχία. Πέντε έξι κυρίες πίσω από γραφεία δουλεύανε αμίλητες, σε άλλο δωμάτια υπήρχαν υπολογιστές, εκείνη την εποχή ήταν σημαντικό θέμα η μηχανοργάνωση, η χρήση του υπολογιστή θεωρούνταν ειδικό προσόν, εκεί χειριστές ήταν δύο νεαροί.
Ζήτησαν στην είσοδο τον κύριο Αργυρίου, λέγοντας πως έχουν ραντεβού, και τους οδήγησε ο κλητήρας στο βάθος του διαδρόμου, που ξεχώριζε μια πόρτα δίφυλλη με τζαμαρία και από πίσω μια άλλη ξύλινη βαριά πόρτα. Κτύπησε ο κλητήρας και μόλις άκουσε ναι, άνοιξε και κράτησε την πόρτα ανοικτή να περάσουν. Όταν πέρασαν τα χάσανε από την πολυτέλεια.
Δυο γραφεία αντικριστά ήταν των αδελφών, οι οποίοι ταυτόχρονα σηκωθήκανε για να τους καλωσορίσουν.
-ελάτε, ελάτε, καθίστε λιγάκι, ο Παναγιώτης έρχεται ενώ ο Λουκάς είναι με τους δικηγόρους μας μέσα, ετοιμάζονται, κάθισαν χωρίς μηλιά. Ο Ένας εξ αυτών πήρε τηλέφωνο και παρήγγειλε, -πες στο Αργυρίου να έρθει είμαστε έτοιμοι, γυρνώντας προς τους άφωνους έως εκείνη την ώρα ρώτησε,
-θέλετε καφέ; Προσφέροντας από ένα πούρο που ο Θανάσης το πείρε ο Παρασκευάς αρνήθηκε. Σε λίγα λεπτά ήρθε και ο τραπεζίτης, και όλοι μαζί περάσανε σε ένα άλλο χώρο με ένα μεγάλο τραπέζι στην μέση, εδώ είναι ο χώρος των διασκέψεων τους εξήγησε ο ένας εξ αυτών, ο άλλος ήταν αμίλητος.
Ήρθε και ο Λουκάς με άλλους δύο κρατώντας ένα μάτσο φακέλους, και υποδεικνύοντας που πρέπει να υπογράφουν, αρχίζοντας από τους Αφους Αργυρίου, εκείνη την στιγμή μπήκε και ο Παναγιώτης.
-με συγχωρείτε για την καθυστέρηση, δικαιολογήθηκε, με κρατούσε ο υπουργός.
-έχει αντίρρηση για την επένδυση; Ρώτησε ο τραπεζίτης
-όχι κάθε άλλο, θέλει να βοηθήσει και εκείνος
-α! έτσι, λοιπόν θα έχουμε και άλλες ενισχύσεις,
-θέλει οπωσδήποτε να συμμετέχει, είπε ο Παναγιώτης.
Ο δεύτερος εκ των αδελφών που ακόμα δεν είχε υπογράψει, μέχρι την ώρα εκείνη ήταν αμίλητος, όπως και στο συμβούλιο στην ΠΙΤ-ΠΙΤ, άνοιξε το στόμα του θυμωμένα,
-πάρε μου τον στο τηλέφωνο τώρα να του μιλήσω, σχημάτισε ο Παναγιώτης ένα νούμερο, ζήτησε τον υπουργό λέγοντας πως παίρνει από το γραφείο των Αφων Αργυρίου, και αμέσως τον συνδέσανε.
-σύντροφε υπουργέ ο Αργυρίου σε θέλει, πείρε το ακουστικό ο Αργυρίου, και με έντονο ύφος άρχισε
-δε μου λές είσαι τρελός, είναι δυνατόν αυτά που λέει ο Δολιανός, κάτι θα απαντούσε ο υπουργός, και ο Αργυρίου σταμάτησε για μια στιγμή,
-όχι δεν συμφωνώ, και δεν κάνω την επένδυση, το πολύ τρία, και ο Δολιανός δικός μου, και έκλεισε θυμωμένος το τηλέφωνο. Στράφηκε στους δικηγόρους, και στον αδελφό του, σταματήστε τα κοντράτα, μη υπογράφεις τίποτα, αν θα γίνει δουλειά ο Παναγιώτης θα εγκατασταθεί εδώ. Εσείς φύγετε είπε στους δικηγόρους και θα τα πούμε σε λίγο.
Ο Θανάσης και ο Παρασκευάς τρόμαξαν από αυτήν την έκρηξη, και σηκωθήκαν να φύγουν, εκείνη την στιγμή κτύπησε το τηλέφωνο. Ο Αργυρίου πλησίασε τους δυο συνέταιρους χαμογελώντας,
-μην φεύγετε, έτσι είναι οι μεγάλες δουλειές, έχουν νεύρα, ο Παναγιώτης που είχε σηκώσει το τηλέφωνο του έγνεφε ο Υπουργός είναι, και ο Αργυρίου ατάραχος
–να περιμένει στο τηλέφωνο, μιλώ με του συνεργάτες μου. Με το πάσο του, τους έβαλε να κάτσουν πάλι, και όταν βολεύτηκαν πήρε το ακουστικό,
-λοιπόν; Είπε μονολεκτικά, περίμενε λίγο και πάλι μονολεκτικά
–εντάξει, κλείνοντας το τηλέφωνο. Φώναξε τους δικηγόρους, και αφού υπογράψανε όλοι οι ενδιαφερόμενοι, κλείσανε ραντεβού το βράδυ για να το γιορτάσουν, στην παραλία τα μπουζούκια τους περίμεναν.

Από εκείνη την ημέρα αλλάξανε πολλά πράγματα. Ο Παναγιώτης εγκαταστάθηκε στα γραφεία των Αφων Αργυρίου, και άρχισε τα ταξίδια, στις Βρυξέλες, στο Λονδίνο και στο Παρίσι.
Στο γραφείο του εγκαταστάθηκε ο λογιστής της ΠΙΤ-ΠΙΤ, προσελήφθηκε και άλλο προσωπικό, έτσι δούλευαν εκτός από τις γυναίκες τους, και τις ξαδέλφες του Θανάση, δύο οδηγοί, ένας εργάτης με τον πατέρα του Θανάση στην αποθήκη, και τέσσερα κορίτσια στην παραγωγή.
Ο Θανάσης μετακόμισε στην Κηφισιά, διότι έλεγε πως εκεί είναι η θέση του σαν επιχειρηματίας, σταμάτησε την γυναίκα του από την παραγωγή, πήρα και Φιλιππινέζα παραδουλεύτρα. Όσα χρήματα έπαιρνε από το ταμείο, ακριβώς τα ίδια εκταμίευε και για τον Παρασκευά, αυτός πάλι, με τα χρήματα που περίσσευαν άρχιζε να κτίζει ένα σπίτι στην Σαλαμίνα.
Φθάσανε οι εκλογές, γίνανε και ξαναγίνανε για βγεί η κυβέρνηση, έφυγε η αλλαγή και ήρθε η απαλλαγή. Αρχίσανε οι φαγωμάρες και τα δικαστήρια. Αρχίσανε να ξεσκαλίζουν υποθέσεις και σκάνδαλα.

Οι δύο συνέταιροι, απτόητοι συνέχιζαν την ζωή τους, λές και δεν τους άγγιζε τίποτα. Επήρανε αψήφιστα το θέμα, πως ο τραπεζίτης τους ο Αργυρίου, έφυγε από την τράπεζα. Έμειναν ήσυχοι όταν επισκεφτήκαν τους Αφους Αργυρίου, και τους βεβαίωσαν πως όλα είναι καλά, θα βρούμε καινούργιο τραπεζίτη, μην ασχολείστε εσείς.
Κάποιο πρωί, ήρθε στην πόρτα του εργαστηρίου τους, φάνηκε μια ομάδα από τρείς ανθρώπους, και ζητήσανε τον κύριο Αγησιλάου, παρουσιάστηκε ο Παρασκευάς
-εγώ είμαι, τι συμβαίνει;
-εφορία! Ήρθαμε για έλεγχο.
-ναι αμέσως, μισό λεπτό να ανεβούμε απάνω στο λογιστήριο. Με την σιγουριά πως όλα είναι νόμιμα, τους ανέβαζε απάνω. Ο λογιστής που πείρε χαμπάρι τι γίνετε, μιλούσε στο τηλέφωνο. Βγήκε από την πόρτα κλείδωσε το λογιστήριο, και στάθηκε μπροστά της.
-Μανόλη, είπε ο Παρασκευάς, οι κύριοι ήρθαν για έλεγχο βοήθησε τους, σε παρακαλώ ότι θέλουν,
-κύριε Παρασκευά, έχουν ένταλμα, έχουν καταγγελία, δεν μα ειδοποίησαν, δεν επιτρέπεται να κάνουν έλεγχο, τουλάχιστον σήμερα,
-έχουμε τίποτα να κρύψουμε; Έχουμε τίποτα παράνομο;
-όχι όλα είναι σωστά, αλλά είναι θέμα διαδικασίας,
Μαύρα φίδια ζώσανε τον Παρασκευά, υποψιάστηκε πως κάτι δεν πάει καλά, και στράφηκε στους Εφοριακούς,
-είναι θέμα διαδικασίας κύριοι, πρέπει να έρθετε άλλη μέρα
-δεν είναι προς το συμφέρον σας, να ξαναέρθουμε, είπε ο επικεφαλής τους
-να τηρηθούν οι διαδικασίες, να εφαρμόσουμε τα νόμιμα επέμενε ο Παρασκευάς, και τους συνόδευσε στην έξοδο.
Μόλις έφυγαν γύρισε στον λογιστή
-γιατί Μανόλη δεν τους άφησες να κάνουν έλεγχο;
-ξέρετε δεν έχουμε αποδώσει ΦΠΑ και χαρτόσημο, ίσως μας δημιουργήσουν ιστορίες.
Ο Παρασκευάς τηλεφώνησε στον Λουκά αμέσως, του ανέφερε το γεγονός, και εκείνος τον καθησύχασε, <μην στεναχωριέσαι για τίποτα, όλα κανονίζονται>, εκείνος με την σειρά του ενημέρωσε τους Αργυρίου, και αυτοί φρόντισαν και απαίτησαν να αλλάξει η σύνθεση της επιτροπής ελέγχου, θέτοντας επικεφαλής τον Σταμάτη Κορινθίου.

Ο Σταμάτης με κρύα καρδιά, ανέλαβε αυτήν την άχαρη αποστολή. Επέλεξε του ψυχραιμότερους της ομάδας του, και την ορισμένη ημέρα έφτασε μπροστά στην πόρτα του εργαστηρίου, συνοδευόμενος από 7 εφοριακούς ελεγκτές και ένα περιπολικό. Ο Θανάσης όταν τον είδε να κατεβαίνει έφριξε, <γιατί εσύ; Θα ζητήσω την εξαίρεση σου, γιατί εσύ γραφιά;>, τον πιάσανε από τους αγκώνες ο Παρασκευάς με τον Λουκά, <εμείς το ζητήσαμε, με δυο κούτες τσιγάρα θα καθαρίσουμε>, το σπρώξανε στο Volvo <φύγε εσύ και έλα το βράδυ.
Ο Σταμάτης με υπηρεσιακό ύφος, ζήτησε από τον Παρασκευά να πάνε στο γραφείο του, δίνοντας παράλληλα εντολή στην ομάδα του, να αρχίσουν λεπτομερή έλεγχο, και ότι χρειάζονταν ήταν εκεί ο λογιστής και ο Λουκάς. Περνώντας μέσα, έκατσε στον καναπέ και φιλικά είπε στο Παρασκευά.
-κάτσε, το άγχος δεν βοηθά, ηρέμησε και δεν ήρθε η καταστροφή ακόμα,
-πόσα χρόνια γνωριζόμαστε; Και που φτάσαμε; Είπε μελαγχολικά ο Παρασκευάς
-1992 βγάλε 74 μας κάνουν δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, πότε πέρασαν
Έκατσε και ο Παρασκευάς στον καναπέ, -θες έναν καφέ;
-εν ώρα υπηρεσίας; ποτέ. Αρνήθηκε ο Σταμάτης, ξέρεις Παρασκευά σε λίγο θα έρθει και ο έλεγχος από την ΔΕΗ. Να ελέγξει εάν οι εγκαταστάσεις είναι σύμφωνα με τα σχέδια που έχουν κατατεθεί, δεν πιστεύω να μην το ξέρεις;
-όλα μαζί; Γιατί; Ρώτησε και αναστέναξε. Πράγματι σε λίγο έφτασε και ο έλεγχος της ΔΕΗ. Ζητήσανε από τον Παρασκευά τα σχέδια, αυτός τους παρέπεμψε στο λογιστήριο, και αποκαμωμένος έκατσε απέναντι από τον παλιό του φίλο. –τι κάνουμε τώρα;
Εκείνη την στιγμή κατέβηκε ένας από την συνοδεία του Σταμάτη,
-κύριε προϊστάμενε, έχουμε και απόπειρα δωροδοκίας να το αναφέρω;
-όχι, όχι, ο Αγησιλάου είναι εδώ, δεν μπορεί να έγινε
-ο δικηγόρος του πρότεινε
-είπα όχι, το έκοψε απότομα ο Σταμάτης, την κουταμάρα του δικηγόρου δεν θα την πληρώσει η επιχείρηση, μην τον λαμβάνεται υπ’ όψιν καθόλου. Και στρεφόμενος προς τον Παρασκευά, -διώξε τον, θα κάνει ζημιά.
Ανέβηκε πάνω ο Παρασκευάς, πήρε το Λουκά από το μπράτσο και του είπε να φύγει αμέσως. Εκείνος αντέδρασε χαλαρά αλλά στο τέλος έφυγε. Μέχρι το μεσημέρι το συνεργείο του ελέγχου, έκανε άνω κάτω το λογιστήριο, κρατούσαν σημειώσεις, ξεχώριζαν φακέλους, εξερευνούσαν συρτάρια και ρωτάγανε και ξαναρωτάγανε. Κάποια στιγμή που τελείωσε ο έλεγχος, είχαν μαζέψει μερικούς φακέλους, οι οποίοι θα πηγαίνανε ως αποδεικτικά στοιχεία στην Εφορία, για την συνέχεια. Ο Παρασκευάς ήταν έτοιμος να καταρρεύσει, πίστευε ακράδαντα πως όλα γινόντουσαν νόμιμα και τίμια.
-θα σε περιμένω στο γραφείο μου σε δέκα μέρες, φρόντισε να έρθεις μόνος σου, χωρίς λογιστές και δικηγόρους, ψιθύρισε στο αυτί του, ο Σταμάτης και έφυγε με την κουστωδία του.
Ανέβηκε στο λογιστήριο να μαλώσει τον λογιστή
-τι έγινε εδώ Μανόλη; Έχουμε παρανομίες, τι συμβαίνει που δεν είναι εντάξει; Τι είναι αυτό που αγνοώ;
-δεν έχουμε αποδώσει ΦΠΑ και χαρτόσημο
-άλλο;
-έχομε καθυστερήσει λίγο και το ΙΚΑ
-πόσο λίγο
-κανένα χρόνο περίπου
-γιατί αυτά;
-έλλειψη ρευστού,
-πως υπάρχει έλλειψη, αφού . . .και χαμήλωσε τον τόνο της φωνής του, αφού παίρνομαι τόσα, για τα νοίκια της Κηφισιάς τα αυτοκίνητα κλπ.
Τηλεφώνησε στο Αργυρίου και ζήτησε να του μιλήσει, αυτός δεν βγήκε στην γραμμή, αλλά του έκλεισε ραντεβού την επομένη σε ένα γραφείο στην οδό Σολωμού. Την άλλη μέρα πήγε και τον βρήκε, ήταν ένα διαμέρισμα που το χρησιμοποιούσε όπως είπε για να ξεκουράζεται, όταν οι δουλειές δεν του επέτρεπαν να φεύγει από το κέντρο. Ήταν και οι δύο αδελφοί, ο ένας ο σιωπηλός παρέμενε σιωπηλώς, ο άλλος όμως τον καθησύχασε
-δεν είναι τίποτα σπουδαίο, σε δέκα μέρες θα πάς μονάχος, όπως σου παρήγγειλε, να κανονίσεις <τις δυο κούτες τσιγάρα>, συνηθισμένα πράγματα, αν και σε αυτά έχει ειδικότητα ο Παναγιώτης, αλλά βλέπεις λείπει και ο Κορινθίου γνωρίζει και εμπιστεύεται εσένα.
-τι να κάνω δηλαδή;
-θα πάς και θα του πεις στα ίσα, πόσο κοστίζει το κλείσιμο της υπόθεσης, θα φροντίσεις μόνο να είστε μόνοι.
-αυτό είναι όλο; Και που θα βρώ τα λεφτά που θα ζητήσει;
-μην αγχώνεσαι, την παραμονή θα στα στείλουμε με τον Λουκά, θα τα κανονίσουμε όλα, ο υπουργός είναι δικός μας
-μα είναι άλλη κυβέρνηση τώρα,
-δεν είναι, παρένθεση κάνει, το υπουργείο αυτό είναι πάντα δικό μας ανεξάρτητα από την κυβέρνηση και τις εκλογές.
Δεν κατάλαβε και πολλά πράγματα ο Παρασκευάς, δεν τολμούσε να πάρει το Σταμάτη στο τηλέφωνο, έψαξε τον Θανάση και αντάμωσαν στο γνωστό ταβερνάκι το μεσημέρι.
Ο Θανάσης, ήρθε πρώτος, περιμένοντας παρήγγειλε και έτρωγε όταν ήρθε ο Παρασκευάς.
-που είσαι από χθες; Ανησύχησα.
-που να είμαι, δουλειές, με τον γραφιά τι έκανες;
-έχουμε προβλήματα, τα χαρτιά μας δεν είναι σωστά και θα μπλέξουμε
-μην ανησυχείς, όλα ρυθμίζονται, (με δυο κούτες τσιγάρα) θυμάσαι;
-τώρα δεν είναι το ίδιο
-πάντα το ίδιο είναι, άκου τώρα, θέλεις να φας κάτι; Τόση ώρα κάθεσαι και δεν παρήγγειλες ακόμα.
Παρήγγειλε και ο Παρασκευάς, και ο Θανάσης άρχισε να τον καθησυχάζει.
-βρήκα το Αργυρίου τον Τραπεζίτη ξέρεις;
-μα αυτός δεν είναι πλέον στην τράπεζα
-ξέρω, όμως είναι δικτυωμένος με όλο το σινάφι που διακινεί χρήματα, και έχει και για την ΠΙΤ-ΠΙΤ δουλειά και κέρδη.
-δηλαδή; Ρώτησε ο Παρασκευάς έκπληκτος, από το θράσος του Θανάση
-θα κάνει τη ΑΕ εισηγμένη και θα κάνει αύξηση κεφαλαίου και θα κάνει……..
-σταμάτα πιά τα όνειρα, καλά ήμουν με το δισκάδικο, πως θα ξεμπερδέψουμε από όλα αυτά; ξεχνάς την εφορία; Αν ήταν σωστός δεν θα ήταν ακόμα στην τράπεζα;

Δεν υπάρχουν σχόλια: