Δυο κούτες τσιγάρα Γ΄.
Μπορεί μεν ο Γάκης να έλειπε από την παρέα εκείνη, προσετέθη όμως ο Θανάσης, ο αδελφός της Σοφίας, την οποία είχε παντρευτεί ο Παρασκευάς.
Ο Θανάσης είχε ένα εργαστήριο μικρό που παρήγαγε χλωρίνη, την οποία διοχέτευε στα μπακάλικα της εποχής, και στα Super Market που τότε κάνανε την εμφάνιση τους. είχε δικτυωθεί καλά, και έβγαζε καλό μεροκάματο. Ήτανε φιλόδοξος, πίστευε πως μπορεί να επεκταθεί και να μεγαλώσει η επιχείρηση, και το επεδίωκε.
Όταν η αδελφή του παντρεύτηκε με τον Παρασκευά, νόμιζε πως ήρθε η κατάλληλη ώρα. Προσπαθούσε να τον πείσει να αφήσει τους δίσκους, που δεν είχαν και προοπτική και να επεκτείνουν την δουλειά με τις χλωρίνες. Αυτές οι επεκτάσεις χρειάζονταν κεφάλαια και προσωπικό. Προσωπικό για την αρχή θα ήταν οι γυναίκες τους, και ο πατέρας του Θανάση, το κεφάλαιο όμως δύσκολο να βρεθεί. Μοναδική λύση το δάνειο. Η τράπεζα που κατέφυγαν, τους ενέκρινε 300.000 δραχμές, το πλάνο όμως, όπως το σχεδίαζαν απαιτούσε τουλάχιστον ένα εκατομμύριο. Το επόμενο βήμα ήταν ο τοκογλύφος. Βρήκαν εύκολα ένα τέτοιο στη γειτονιά μάλιστα, που κανείς δεν το υποψιαζότανε πως έχει τόσα χρήματα και κάνει τέτοιες δουλειές. Επήρε το δισκάδικο, και απαίτησε προσημείωση του σπιτιού του Παρασκευά, και εξασφαλισμένος τους έδωσε τα χρήματα να ξεκινήσουν.
Ο Σταμάτης, αντέδρασε σε αυτήν την κίνηση, υποστηρίζοντας πως αφού βγαίνει το μεροκάματο, στο καλό και στο τίμιο, δεν χρειάζονται ρίσκα και χρέη. Ο Παναγιώτης αντίθετα, επαίνεσε την προσπάθεια, λέγοντας πως πρέπει να δημιουργηθούν τα καινούργια τζάκια, και αυτά γίνονται κυρίως από δανικά.
Το εγχείρημα αυτό δεν απέδωσε τα αναμενόμενα. Η χλωρίνη αυτή, δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί μάρκες από πολλά χρόνια καθιερωμένες. Πέρα από τα Super Market προσπάθησαν να επεκταθούν στα ξενοδοχεία, και στα πλυντήρια που λειτουργούσαν στις γειτονιές, αλλά τα αποτελέσματα πενιχρά. Ο Σταμάτης με τον δικό του τρόπο, (δυο κούτες τσιγάρα), τους συμβούλευε να κοιτάξουν τα στρατόπεδα. Ενώ ο Παναγιώτης πιο μπασμένος συμβούλευε, να δουν τα νοσοκομεία, σε κάποια από τα οποία είχε και πρόσβαση στην διοίκηση. Πράγματι χρησιμοποιώντας το όνομα του, κατάφεραν και πήραν παραγγελίες μεγάλες, και προκαταβολές. Έγινε η εταιρία του Θανάση και Παρασκευά προμηθεύτρια σε επτά ή οκτώ νοσοκομεία, τα οποία μεν παραγγέλνανε, παραλαμβάνανε, αλλά δεν πληρώνανε. Οι πρώτες προκαταβολές, είχα υπερκαλυφθεί, ήταν υποχρεωμένοι με συμβόλαιο να παραδίδουν χλωρίνες, αλλιώς οι ρήτρες ήταν δυσβάστακτες.
Δεν άργησε να έρθει το αδιέξοδο, ο τοκογλύφος ζητούσε τα δικά του, η τράπεζα γκρίνιαζε για καθυστερήσεις των δόσεων, κάποια γραμμάτια είχαν μείνει ανεξόφλητα.
Τότε υπήρχε μόνον μία τράπεζα ιδιωτική, με τέσσερα υποκαταστήματα όλα κι όλα στη Αθήνα. Με την συμβολή του Σταμάτη, (και με δυο κούτες τσιγάρα, που δεν ήταν τσιγάρα), τους δέχθηκε ο διευθυντής σε περιφερειακό υποκατάστημα, να συζητήσουν το θέμα.
Μετά τα προκαταρτικά, έφτασαν στο ποσό που ζητούσαν, ένα εκατομμύριο. Ο τραπεζικός αφού τους ξανακοίταξε έπεισε το φάκελο στα χέρια του, τον ξεφύλλισε για να κερδίζει χρόνο να σκεφτεί.
-κύριοι θα κάνετε εδώ την αίτηση, αλλά η έγκριση θα έλθει από τα κεντρικά.
-θα πάρει μέρες;
-λογικά μπορεί και κανένα μήνα, γι’ αυτό το ποσό.
-πως μπορούμε να το επισπεύσουμε; Εναγωνίως ο Παρασκευάς, που έχανε το σπίτι από τον τοκογλύφο.
-αν πάτε στα κεντρικά, την άλλη εβδομάδα ίσως καταφέρετε κάτι.
Την επομένη εβδομάδα, ημέρα Τρίτη, πήγανε και οι δύο μαζί στην Πανεπιστήμιου που είχε τα κεντρικά η τράπεζα. Ρώτησαν τις πληροφορίες, και τους οδήγησαν στην άκρη του διαδρόμου σε ένα γραφείο που καθόταν μια κυρία. Αφού της δώσανε τον αριθμό και το σημείωμα του διευθυντή του υποκαταστήματος, αυτή σηκώθηκε έψαξε στους μεγάλα συρτάρια πίσω της, και με το γλυκύτερο χαμόγελο της είπε: <ακόμα, δεν έχει συζητηθεί>, περάστε την άλλη εβδομάδα. Την επόμενη Τρίτη ξαναπήγαν για να πάρουν το ίδιο χαμόγελο και την ίδια απάντηση.
Εν τω μεταξύ ο τοκογλύφος προχωρούσε στη διαδικασία της κατασχέσεως του σπιτιού. Και ως από μηχανής θεός, προσφέρθηκε ο Παναγιώτης να δώσει λύση.
-γιατί δεν μου λέγατε εμένα τι συμβαίνει, μόνο πήγατε στο γραφιά; Εννοώντας το Σταμάτη υποτιμητικά.
-με αυτόν μιλάμε, εσύ είσαι άφαντος με τις υποθέσεις του κόμματος, που να σε βρίσκουμε;
-εσείς είστε καμωμένοι για μικρά πράγματα,
-όχι βέβαια, το έκοψε ο Θανάσης, αντιθέτως τολμούμε, δεν κυνηγάμε το μόνιμο και το σίγουρο του δημοσίου.
-δηλαδή; Προσβλήθηκε ο Παναγιώτης, εγώ κυνηγάω το δημόσιο, που άφησα την δουλειά μου, και μπήκα στο κόμμα, για να υπηρετήσω την πατρίδα, να διώξει τα τρωκτικά,
-σταμάτα, σε παρακαλώ, ο Παρασκευάς μπήκε στην μέση, μην κάνουμε τα ίδια με τον Γάκη, ξέρεις πως δουλεύει φύλακας στις φυλακές;
-εμένα κατηγορείς τώρα, αυτός ήθελε την γαλάζια γενιά, και να τα αποτελέσματα, για να μην με κατηγορείτε όμως, και επειδή είμαι μεγαλόψυχος, θα σας βοηθήσω. Θα πάμε αύριο κι όλας, να κανονίσουμε για δάνειο, αλλά θα πρέπει να αλλάξετε αντικείμενο εργασίας.
-δηλαδή, με ένα στόμα οι δύο συνέταιροι.
Σαν να ήταν προετοιμασμένος από καιρό, ο Παναγιώτης άρχισε να τους αναλύει, πως πρέπει να στηθεί μια εταιρία λαϊκής βάσης, που οι εργαζόμενοι θα είναι και ιδιοκτήτες, και συν κεφαλαιούχοι, με συμμετοχή στις αποφάσεις και στις ενέργειες και έλεγε και έλεγε και σταματημό δεν είχε. Νευρίασε ο Θανάσης
-άσε μας ρε Παναγιώτη και από λόγια χορτάσαμε, άντε καληνύχτα
-στάσου, αντέτεινε ο Παρασκευάς, με το δάνειο τι θα κάνουμε;
-θα το κανονίσω εγώ, είπε ο Παναγιώτης, αύριο κι όλας, θα κάνουμε όμως εταιρία, με τρία ίσα μερίδια, συμφωνάτε;
-ναι
-και θα αλλάξει το αντικείμενο εργασίας, σκεφτείτε το, απόψε και το πρωί τα λέμε.
Έφυγε ο Παναγιώτης, και εμείνανε μόνοι οι συνέταιροι ο Παρασκευάς και ο Θανάσης. Ο μεν Παρασκευάς να έχει χάσει το σπίτι του, και ο Θανάσης με τον εγωισμό του τσαλακωμένο. Θα έπρεπε να δεχθεί τον Παναγιώτη συνεταίρο, και να του πληρώνει για μια ζωή, μια εκδούλευση. Αν αυτό δεν είναι εκβιασμός; Τότε τι είναι; Μόνιμη και νόμιμη τοκογλυφία.
Το άλλο πρωί πράγματι, ανταμώσανε στην οδό Πανεπιστήμιου, μπροστά στην είσοδο της Τράπεζας, και μπήκαν μαζί και οι τρείς. Κατευθύνθηκαν προς το γνώριμο γραφείο, ο Παναγιώτης τους είπε να μην μιλάνε, να αφήσουν αυτόν να κάνει το κουμάντο.
-με ποιόν θα μιλήσω για δάνειο; Ρώτησε την κυρία
-να δω αν εγκρίθηκε το ζητούμενο, χαμογέλασε αυτή
-όχι να συζητήσω γι’ άλλη υπόθεση θέλω ποιος είναι ο υπεύθυνος των δανείων
-μισό λεπτό, είπε και έπιασε το τηλέφωνο, Μιχάλη, έρχεσαι ένα λεπτό;
Ο Μιχάλης φάνηκε μετά από ελάχιστα δευτερόλεπτα, τους πείρε από πίσω από το πάγκο στο γραφείο του.
-κύριοι παρακαλώ, γιατί συζητάμε;
Ο Παναγιώτης που δεν είχε καθίσει στην μοναδική καρέκλα που υπήρχε μπροστά στο γραφείο, με έντονο ύφος άρχισε να λέει
-δεν μου λές αγαπητέ μου, ήρθα εγώ να κάνω δουλειά με την τράπεζα και σεις με καθυστερείται, κάνοντας με βόλτες μέσα στο κατάστημα, να εκτιμήσω το μέγεθος σας;
-μα δεν αρχίσαμε ακόμα, τόλμησε πρέπει να συμπληρώσετε την αίτηση και να περάσει από το συμβούλιο να εγκριθεί
-είσαι τρελός μου φαίνετε, ποιος είναι υπεύθυνος για τα δάνεια εδώ;
Με την φασαρία και τις φωνές του Μιχάλη ήρθε από το γωνιακό γραφείο, ένας μεσήλικας,
-τι συμβαίνει Μιχάλη;
-συμβαίνει κύριε μου, άρχισε ο Παναγιώτης, πως ήρθα στην τράπεζα σας, και όπως βλέπεται μας κρατά όρθιους, τόσην ώρα, και επί πλέον δεν μας λέει ποιός είναι ο ανώτερος του, να διαμαρτυρηθούμε.
-κύριε προϊστάμενε, ψέλλισε ο Μιχάλης, αλλά δεν ακουγότανε, γιατί ο προϊστάμενος είχε πάρει τον Παναγιώτη αγκαζέ και πήγαιναν προς το δικό του γραφείο.
Βολευτήκαν στις καρέκλες και τρείς, και άρχισε ο προϊστάμενος
-σε τι μπορώ να σας εξυπηρετήσω;
-είμαι ο Παναγιώτης Δολιανός, με τους κυρίους που βλέπετε θα στήσουμε μια εταιρία παραγωγής ζυμαρικών και θα χρειαστούμε δάνειο.
-μακαρόνια θα παράγεται;
-όχι, πίτες για σουβλάκια, πίτες πίτσας, και διάφορα άλλα αρτοπαρασκευάσματα.
-γιατί ποσό μιλάμε;
-ας πούμε για 25 με 30 εκατομμύρια.
Ο Παρασκευάς και ο Θανάσης κοιτάχτηκαν, κάμανε την ίδια σκέψη, (πάει αυτός λωλάθηκε), κοιτάξανε και τον Παναγιώτη που σοβαρός και θυμωμένος κοίταζε τον τραπεζικό περιμένοντας απάντηση. Αυτός σήκωσε το τηλέφωνο, πάτησε ένα κουμπί και είπε
-ο κύριος Αργυρίου είναι εύκαιρος, καλά καλά, και έκλεισε, πάτησε στο άλλο τηλέφωνο άλλο κουμπί,
-Πόπη έλα αμέσως εδώ, στράφηκε μετά προς τον Παναγιώτη,
-μισό λεπτό κύριε Δολιανέ, ο κύριος Αργυρίου θα σας δεί σε πέντε λεπτά, θα ανεβείτε πάνω στο γραφείο του.
Εκείνη την στιγμή ήρθε και η Πόπη
-Πόπη οδήγησε τους κυρίους στον κύριο Αργυρίου.
Αφού περάσανε από μια πόρτα μεγάλη, βρεθήκανε σε μια σάλα μεγάλη με μαρμάρινα δάπεδα, και πολυτελείς καναπέδες, την διέσχισαν για να φτάσουν στον ανελκυστήρα, εκεί αφού μπήκαν πρώτα αυτοί μετά μπήκε και η Πόπη, πάτησε το κουμπί για τον τρίτο όροφο. Μόλις σταμάτησε τους περίμενε μια άλλη κοπέλα και τους οδήγησε στο σαλόνι έξω από το γραφείο του Αργυρίου. Ένα παχύ χαλί στο πάτωμα και το κλασικό βελούδινο σαλόνι, φανερώνανε αρχοντιά και χρήμα.
-είσαι τρελός; Ψιθύρισε ο Θανάσης στον Παναγιώτη
-κάθε άλλο, αλλά εσείς είστε ψιλικατζήδες, δεν ξέρετε να φερθείτε.
-μα κάθε βδομάδα μας διώχνουν; Σήμερα τι άλλαξε; Αναρωτήθηκε ο Παρασκευάς
-σήμερα άλλαξε η μοίρα σου κακομοίρη, πρέπει να φέρεσαι όπως φαντάζεσαι πως είσαι, για να γίνεις κάποια μέρα.
Η χαμηλόφωνη συζήτηση σταμάτησε, μόλις μπήκε η κοπέλα, λέγοντας περάστε ο κύριος Αργυρίου περιμένει. Ακολουθώντας την, μπήκαν στο γραφείο του Αργυρίου, ο οποίος τους προϋπάντησε,
-καλώς τους, καλώς τους, τι θα πάρετε; καφέ; πορτοκαλάδα;
Αφού κάτσανε στις καρέκλες που υπέδειξε ο Αργυρίου, ρώτησε
-λοιπόν ποιο είναι το θέμα μας;
Άρχισε ο Παναγιώτης να αγορεύει, έλεγε για τα σχέδια της εταιρίας των αρτοπαρασκευασμάτων που θα δημιουργούσαν οι συνέταιροι αυτοί, πόσο πρωτοποριακή θα είναι σε, σε οργάνωση σε μηχανήματα, με ειδικευμένο προσωπικό, για αλυσίδες παραγωγής και χαμηλό κόστος. Όσο μίλαγε οι άλλοι δύο κοιτούσαν σαν χαμένοι, ο Αργυρίου άκουε με προσοχή. Όταν σώπασε κάποια στιγμή να μιλάει, ο Παναγιώτης, ρώτησε ο Αργυρίου
-καλά όλα αυτά, αλλά υπάρχουν μελέτες;
-ασφαλώς, απήντησε ο Παναγιώτης με βεβαιότητα που δεν σήκωνε την παραμικρή αντίρρηση.
-αν είναι έτσι όπως μας τα λέτε, την άλλη εβδομάδα υπογράφουμε, είπε και σηκώθηκε να τους οδηγήσει στην πόρτα.
Μόλις βρεθήκανε στον δρόμο ανασάνανε, ο Θανάσης πρώτος γέλασε ειρωνικά
-σιγά ρε μεγάλε, εμείς τουλάχιστον κάναμε και αίτηση, και ερχόμαστε κάθε βδομάδα και περιμένουμε, τώρα ούτε καν αίτηση, ούτε κανένα χαρτί στο χέρι έχουμε και θα πάρουμε τόσα λεφτά;
-πάμε να πιούμε ένα ουζάκι, και θα σας εξηγήσω το πώς.
Προχώρησαν μέχρι την οδό ακαδημίας, και ανέβηκαν σε ένα δικηγορικό γραφείο. Μπαίνοντας ο Παναγιώτης ρώτησε την κυρία, που καθόταν στον προθάλαμο
-είναι μέσα ο Λουκάς; Μετά την καταφατική απάντηση προχώρησαν προς τα μέσα, ο Λουκάς μιλούσε στο τηλέφωνο, όταν τους είδε επίσπευσε το τέλος της συνομιλίας του, και του υποδέχθηκε
-καλώς τους, θέλετε κάνα ουζάκι, και βέβαια θέλετε ρώτησε και απάντησε μόνος του, πάτησε το κουμπί στο τηλέφωνο δίπλα και παρήγγειλε, δύο καραφάκια και καλό μεζέ.
-λοιπόν τι σας φέρνει εδώ;
-άκου Λουκά, άρχισε πάλι ο Παναγιώτης, ο Θανάσης ο Παρασκευάς, μαζί και εγώ θα στήσουμε μια εταιρία ζυμαρικών και θέλουμε να βοηθήσεις στα διαδικαστικά.
-ποια τράπεζα θα χρηματοδοτήσει;
-βρήκαμε τράπεζα, ο Αργυρίου είναι υπεύθυνος στα δάνεια,
-ο Αργυρίου λοιπόν; Χαμογέλασε ο Λουκάς, τι χρειάζεστε;
-εταιρία, σχέδια, μελέτες, και όλα τα σχετικά.
-γιατί ποσό δανείου μιλάμε;
-ζητήσαμε 25 με 30 εκατομμύρια, αλλά και 20 να μας δώσουν είναι καλά. Ο Παρασκευάς κοίταζε τον Θανάση και ο Θανάσης τον Παρασκευά στα μάτια, απορημένοι για τα νούμερα που ακούγανε. Ρώτησε ο Θανάσης
-μήπως είναι προεκλογικά παραμύθια; Οι εκλογές ήταν κοντά
-όχι εξήγησε ο Λουκάς, τώρα είμαστε στην ΕΟΚ, υπάρχουν σχέδια και πακέτα ευρωπαϊκά, θα κάνουμε και εμείς ότι χρειάζεται για να τους φτάσουμε με την βοήθεια που μας δίνουν.
-εσύ δεν έλεγες ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο, απευθύνθηκε στο Παναγιώτη ο Θανάσης, τι έγινε;
-μην είσαι χαζός, είναι η ευκαιρία της ζωής σου να φύγεις από την μιζέρια και να γίνεις μεγάλος και τρανός, θέλεις ή όχι;
-θέλω βέβαια, αρκεί να είναι νόμιμα τα πράγματα
-ασφαλώς και θα είναι νόμιμα, ο Λουκάς θα αναλάβει κάθε διαδικαστικό θέμα, είναι δικηγόρος και θα μεριμνά για ότι χρειαστεί εξ ονόματος της εταιρίας.
-πρέπει να δείτε την κατάσταση με σύγχρονο ευρωπαϊκό πνεύμα, μπήκε στην μέση ο Λουκάς, επειδή δεν καταλαμβάνετε από αυτές τις υποθέσεις, θα γίνει μια εταιρία, εσείς θα αναλάβετε την οργάνωση και την διαχείριση της, και τα διαδικαστικά και φοροτεχνικά θα τα φροντίζω εγώ με τον Παναγιώτη.
-δηλαδή θα δουλεύουμε εμείς, είπε ο Θανάσης, και θα μοιραζόμαστε μισά-μισά;
Θύμωσε ο Παναγιώτης, αν θές να είσαι μια ζωή κακομοίρης αποφάσισε το τώρα, θα κάνω αλλού την προσφορά μου.
Ο Παρασκευάς που μέχρι εκείνη την ώρα δεν μιλούσε, αναστέναξε βαθειά, -καλά όλα αυτά αλλά είναι όλα λόγια, δεν υπάρχει τίποτα χειροπιαστό.
Τα ούζα ήρθανε, και ο Λουκάς τους άφησε μόνους για λίγο, να ηρεμίσουν λίγο τα πνεύματα, όταν ξαναμπήκε στο γραφείο του, άλλαξε αμέσως το κλίμα.
-ακούστε, προτού φύγετε θα πάρτε μια επιταγή 500 χιλιάδων, θα υπογράψετε μια απόδειξη γι’αυτήν, και θα ξεκινήσετε την οργάνωση του εργοστασίου παραγωγής, θα βρείτε τα κατάλληλα μηχανήματα, θα στέλνετε να πληρώνονται από εδώ, καθώς και προσωπικό. Πιστεύω αυτό να είναι κάτι χειροπιαστό.
Ο Παρασκευάς απόρησε
-αν δεν μας δώσουν το δάνειο τα χρήματα αυτά που τα χρωστάμε;
-αυτά θα αφαιρεθούν από το αρχικό κεφάλαιο, αν πάλι δεν μας εγκρίνουν, θα τα χάσω εγώ, εσείς βολευτείτε και σε μια βδομάδα τα ξαναλέμε.
Ο Θανάσης και ο Παρασκευάς φύγανε με την επιταγή στο χέρι. στην πρώτη τράπεζα που βρέθηκαν την εξαργύρωσαν και με τα μετρητά στην τσέπη τους, πήραν ταξί για την βάση τους.
Ο Παναγιώτης και ο Λουκάς, κάτσανε στο γραφείο και αρχίσανε να τηλεφωνούνε από δώ και από κεί, για να έχουν όλα τα χαρτιά έτοιμα πριν περάσει η εβδομάδα που έδωσε περιθώριο ο Αργυρίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου